- αρχιστράτηγος
- οο γενικός αρχηγός του στρατού σε καιρό πολέμου. Ουσ. η αρχιστρατηγία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ἀρχιστράτηγος — commander in chief masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αρχιστράτηγος — ο (AM ἀρχιστράτηγος) ο ανώτατος των στρατηγών μσν. νεοελλ. οι αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ … Dictionary of Greek
ἀρχιστρατήγου — ἀρχιστράτηγος commander in chief masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρχιστρατήγους — ἀρχιστράτηγος commander in chief masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρχιστρατήγων — ἀρχιστράτηγος commander in chief masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρχιστρατήγῳ — ἀρχιστράτηγος commander in chief masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρχιστράτηγε — ἀρχιστράτηγος commander in chief masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρχιστράτηγοι — ἀρχιστράτηγος commander in chief masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρχιστράτηγον — ἀρχιστράτηγος commander in chief masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… … Dictionary of Greek